Γράφει ο Φάνης Ζουρόπουλος*

 

Ένα από τα τελευταία βράδια, βγήκα βόλτα στους δρόμους όπως κάνω τα περισσότερα, χωρίς συγκεκριμένο δρομολόγιο, μόλις η φύση ηρεμήσει και τα πολλά φώτα σβήσουν…

Για να αποφύγω την τρομερή δυσοσμία από κάποιους σωρούς σκουπιδιών που σε πολλές γωνιές είναι –ακόμα- αφόρητη, μπερδεύτηκα, έστριψα από εδώ –από κει και βρέθηκα στη διασταύρωση Αιγιαλέως και Φεϊζοπούλου να στέκομαι όρθιος προς τα πού θα στρίψω… Και εκεί όπως στεκόμουν αναποφάσιστος, το μυαλό μου γύρισε δεκάδες χρόνια πίσω, σαν να άναψαν κάποιοι προβολείς, το σκηνικό των κακόγουστων κατασκευών εξαφανίστηκε και σαν σε οθόνη ξαναείδα την συνοικία που βρισκόμουν με τα μάτια της δεκαετίας του ’50: βρισκόμουν στην γειτονιά που γεννήθηκα και πέρασα τα 10  πρώτα χρόνια της ζωής μου. 20 μ. πιο κάτω ήταν το πατρικό μου σπίτι…

Έμεινα εκεί ακίνητος και μες της νύχτας την σιγαλιά άρχισαν να πέφτουν σαν… χαλάζι τα… βίντεο των αναμνήσεων που τόσα χρόνια παρέμειναν  αποθηκευμένα στο μυαλό μου. Σπίτια, δρόμοι και κυρίως πρόσωπα,  τα περισσότερα από τα οποία έχουν φύγει από τη ζωή ή αγνοείται η τύχη τους:

Το πατρικό μου σπίτι βρισκόταν στην οδό Γρίβα 1, ένα μικρό δρομάκι που ενώνει την Αιγιαλέως με την Ανδρ. Λόντου και υπάρχει ακόμα με πολλές τροποποιήσεις όπως είδα απέξω. Κτίστηκε αρχές του 1900 όταν ο παππούς μου Λεωνίδας κατέβηκε από την Φτέρη και αγόρασε το τεράστιο οικόπεδο, που περικλείεται από την Αιγιαλέως, την Α. Λόντου και την Γρίβα και έκτισε τρία μεγάλα διώροφα σπίτια με μεγάλους κήπους. Αυτό στη Γρίβα 1, που κληρονόμησε ο πατέρας μου Άγγελος το δίπλα (γωνία Γρίβα- Αιγιαλέως (υπάρχει ακόμα), που έδωσε προίκα στην κόρη του Αγγελική που παντρεύτηκε τον Βασίλειο Τασσίνη και έκανε  6 παιδιά, την Μαρία (που ζει στο σπίτι τώρα), την Ελένη φιλόλογο σύζυγο Χρήστου Γκότση που ζει στην Αθήνα, την Αικατερίνη νηπιαγωγό σύζυγο Χαρ. Μπούλη (που απεβίωσε), την Μίνα οδοντίατρο σύζυγο Ν. Σπυρόπουλου που ζει στην Αμερική  από το 1960, τον Ηρακλή πολιτικό μηχανικό (που έφυγε νέος) και την  Τότα δικηγόρο σύζυγο Χάρη Παπαθανασόπουλου που ζει στο Αίγιο.

Στην άλλη γωνία με είσοδο από Α. Λόντου ο παππούς –Λεωνίδας έκτισε ένα ακόμα σπίτι για τον γιό του Γιώργο, που έμεινε με την οικογένειά του και τα παιδιά του Χαρίκλεια, Ελένη, Λεωνίδα και Παναγιώτη, από τους οποίους δεν ζει κανείς... Τα τρία σπίτια επικοινωνούσαν εσωτερικά, μέσω των τεράστιων κήπων, με δένδρα, άνθη, κοτέτσια και στάβλους γιατί ο θείος –Γιώργης είχε άλογο που πήγαινε στα κτήματα και η θεία- Αγγελική γαϊδούρι…

Σε αυτό το σπίτι με έφερε η μάνα μου 20 ημερών μωρό, από την Πάτρα που γεννήθηκα, (στην κλινική του μαιευτήρα Αδαμόπουλου, στα ψηλά – Αλώνια, που στεγαζόταν στο αρχοντικό του Βουρλούμη), την ημέρα που οι αντάρτες έκαναν  το μεγάλο «ντου» να καταλάβουν το Αίγιο, 23 Φεβρουαρίου του 1948! Στην γωνία Λόντου-     Γρίβα (που τότε δεν ενωνόταν με την Ρ. Φεραίου)  υπήρχε φυλάκιο και έγινε μάχη, οι σφαίρες έφθασαν μέχρι το σπίτι μας, γι αυτό και η μάνα μου με πήρε και μαζί με την αδελφή μου Ελένη μας έβαλε σε μια στέρνα για το λάδι που υπήρχε στο κατώι του σπιτιού, μέχρι να ξημερώσει που οι αντάρτες έφυγαν… Εκεί μέσα, στην στέρνα , πήρα το πρώτο βάπτισμα του πυρός δηλαδή!...

Η Γρίβα, εκτός από τα δύο σπίτια, το δικό μας και της θείας μου της Αγγελικής, είχε άλλα τρία – τέσσερα σπίτια … Μπαίνοντας από την Αιγιαλέως αριστερά μέχρι την Α. Λόντου δεν ήταν άλλο εκτός από το δικό μας και της θείας- Αγγελικής.

Δεξιά ήταν ένα οικόπεδο που τέλη της δεκαετίας του 1950 έκτισε διώροφο ο Ζαχαρίας, ένας κομμωτής που την κόρη του επίσης κομμώτρια είχε παντρευτεί ο Χρήστος Άνθης (αδελφός του μετέπειτα φίλου μου και συνεργάτη μου, Μίμη Άνθη που έμενε στην ομώνυμη  περιοχή (δίπλα στον σημερινό Ι.Ν.Ο.Α.), ακριβώς δίπλα ήταν ένα παλιό, ωραίο  σπίτι με αυλή του Περικλή Πρέζα, ο γιός του οποίου Πάνος ήταν γεωπόνος, συνάδελφος και φίλος του πατέρα μου. Σήμερα τα εγγόνια του μπάρμπα – Περικλή, Αλέξανδρος και Περικλής που είναι και οι δύο στην Αμερική, κτίζουν διαμερίσματα…

Ακριβώς δίπλα, ήταν ένα χαμηλό σαν καλυβάκι που έμενε η κυρά-Τασία μια ανύπανδρη γριούλα, που δεν θυμάμαι από πού είχε έλθει. Ακριβώς δίπλα ήταν το σπίτι του φαρμακοποιού Γιώργου Κοττά, που αργότερα το πούλησε και δίπλα δύο συνεχόμενα των Φιλιπποπουλέων και του Μηλιώνη, ψηλά διώροφα που κατοικούσαν πολυπληθείς οικογένειες. Σε αυτό στο σπίτι ένα διάστημα νοίκιασε η οικογένεια Κόκκινου, ενός εφοριακού που με το γιό το Νίκο γίναμε φίλοι.   Δεξιά στην Α. Λόντου δεν συνέχιζε ο δρόμος, ήταν ένα στενό μονοπάτι που υπήρχαν πολλά μικρά σπίτια…

Κάνοντας αριστερά στην οδό Α. Λόντου στα δεξιά ήταν το αρχοντικό του Στρουμπούλη, ένα νεοκλασικό που άνηκε στην οικογένεια, Μεσσηνέζη που το πούλησε στον Στρουμπούλη, σταφιδέμπορα, σήμερα το σπίτι έχει περιέλθει στο Δήμο, έχει εγκαταλειφθεί και καταρρέει. Την κόρη του Στρουμπούλη Κατερινούλα είχε παντρευτεί ο υπουργός της κυβέρνησης Μεταξά και Δήμαρχος της Αθήνας Κώστας Κοτζιάς. Αυτός έφερε από το Ζάππειο τις μπαμπουζίνες που φύτεψε μπροστά στο πεζοδρόμιο, άγνωστες τότε στο Αίγιο…

Στο υπόγειο του αρχοντικού Στρουμπούλη, έμενε η Κλειώ μια χήρα, με τα δύο της παιδιά τον Θόδωρο, ταξιτζή-οδηγό-μάγκα και τον περιβόητο Σωτηράκη ή κοντοπούτανο που άφησε εποχή με τις ατάκες του… Δίπλα στον Στρουμπούλη ήταν του ηλεκτρολόγου Απόστολόπουλου ή Φρούγκα, υπάρχει ακόμα και δίπλα του Γεωργάντζου που κατεδαφίστηκε στο σεισμό του 1995. Ενδιάμεσα έγινε αργότερα το επιπλοποιό του Λάμπη Μαμμά!...

Περνώντας  απέναντι στην Αιγιαλέως και βαδίζοντας την Λόντου προς την Βασ. Κων/νου, αριστερά ήταν το σπίτι του Μεντζελόπουλου που είχε καεί και μαζί ο Γιάννης γιός του και  αδελφός του Χριστόδουλου που είχαν το μαγαζί με τα σιδηρικά στην Ερμού, δίπλα κάποιος Φερτός, δεν θυμάμαι περισσότερα δίπλα ο Ντίνος Ζούρης και κολλητά σε ένα χαμηλό ο Γιάννης Αβράδιαγος που τελευταία είχε σαλέψει και τα παιδιά τον φοβούνταν όπως ήταν με μια γενειάδα μέχρι το γόνατο… Κολλητά ήταν το σπίτι του Τσουμπού και μετά  Θεοδωρέλου που  έφτιαχνε βαρέλια στην Κλ. Οικονόμου και κολλητά το Μπιτσακέικο, το μεγάλο σπίτι του Φώτη Μπιτσάκου μέσα από την αυλή, του οποίου έβγαιναν 5 παιδιά, αγόρια όλα, Τάσος, Νιόνιος, Γιώργος, Μιχάλης και Κωστάκης που έφυγε νωρίς…

Γωνία Α. Λόντου και Βασ. Κων/νου ήταν ο φούρνος του Κουγιάννη, που έμενε παραδίπλα (είναι ακόμα φούρνος)και απέναντι το μπακάλικο της Τσουρούτενας χήρας, που είχε  γιο το Λάμπρο (έφυγε πρόσφατα) και αργότερα ξανά  παντρεύτηκε  τον Καρρά!...

 

Δεξιά στην Α. Λόντου πέρα από την Αιγιαλέως και μέχρι τη Βασ. Κων/νου γωνία ήταν του Καράπαμπα, δίπλα ένας  χωροφύλακας, δίπλα  με αυλή και μάνδρα του Λυριντζή, δίπλα του Βίλιου παλιάς Αιγιώτικης οικογένειας που είχε δύο γιούς τον Κώστα απόστρατο ταξίαρχο των ΛΟΚ, τον Λάμπη και την Κική που είχε παντρευτεί στην Αμερική με  τον Άρη Κανελή. Πιο δίπλα ήταν κάποια ακόμα σπίτια, που δεν θυμάμαι σε ποιους ανήκαν και γωνία δεξιά γύρω στα μέσα του 1950 ο Γιάννης Βουρδέρης έχτισε σπίτι και εργαστήριο γλυκών, εκεί που είναι τώρα το S/M…

Πιάνοντας την Αιγιαλέως από την Λόντου προς τα πάνω δεξιά ήταν του Μεντζελόπουλου, δίπλα έκτισε ο Θεοδωρόπουλος ένα ωραίο διώροφο, μεσολαβούσε η Σταυρουλοπούλου  ένας έρημος τότε δρόμος που κατέληγε στην Βασ. Κων/νου και δεξιά στο τέρμα ήταν το κτήριο της σημερινής Δημοτικής Βιβλιοθήκης και το σπίτι του Μανούκη. Απέναντι του Θεοφυλακτόπουλου στρατιωτικού, που διετέλεσε Δήμαρχος επί Χούντας και στη μέση έκτισε κάποιος συνταξιούχος ένα άλλο, δεν θυμάμαι το όνομα του.

Γωνία Αιγιαλέως και Σταυρουλοπούλου  δεξιά ανεβαίνοντας,  ήταν το ξυλουργικό εργοστάσιο του Χρυσού με κορδέλες και πριόνια που δούλευαν πολλά μαστορόπουλα και έφτιαχναν έπιπλα, αμέσως μετά ένα διώροφο που στο ανώγειο έμενε ο Χαράλαμπος Χρυσός με την γυναίκα του Μαρία και την κόρη του Αλμάγια, (Άλμα την λέγαμε...) που έπαιζε πιάνο, αλλά παίζαμε και στο δρόμο μαζί… τελευταία ξανά βρεθήκαμε μέσω F/B, ζει στην Πάτρα. Στο ισόγειο έμενε ο Βασίλης Χρυσανθόπουλος ή Ρήγας υπάλληλος της ΑΤΕ με την γυναίκα του και τη μοναχοκόρη του Λία, ένας γλυκύτατος άνθρωπος,  μπον- βιβέρ, με καλλιτεχνική ρίζα που αργότερα κάναμε παρέα, παρά την διαφορά ηλικίας μας. Δίπλα στου Χρυσού ήταν δύο χαμηλά σπιτάκια. Στο πρώτο έμενε μια οικογένεια Αρμένηδων, μάνα, γιός και κόρη. Η Ζαγκουί, ο Βασίλης και η Ζωή, πατέρας δεν υπήρχε είχε χαθεί τότε με τους διωγμούς. Ο Βασίλης ήταν μηχανικός στην «Ανάπλαση» το σινεμά που ήταν δίπλα στο Δημαρχείο (σήμερα Κινέζικο) και μετά άνοιξε ηλεκτρολογείο στην Πετιμεζά! Ήρεμοι άνθρωποι, αγαπητοί σε όλη την γειτονιά, έχουν φύγει όλοι από τη ζωή!

 

Στο άλλο χαμηλό σπιτάκι κολλητά με τους Αζναβουριάν, έμενε ο Σταμπολτάς με την οικογένειά του. Την γυναίκα του, τις κόρες του Βούλα , Μαίρη και τον γιό του Τάκη από τους πρώτους ταξιτζήδες του Αιγίου με μια μεγάλη Αμερικανική Πλυμούθ  που σκοτώθηκε σε σύγκρουση  στην παλαιά εθνική οδό, πολύ νέος…

Ο Γέρο-Σταμπολτάς ήταν επίσης οδηγός του Δήμου, ίσως ο πρώτος. Οδηγούσε ένα τζιπ που είχε ο Δήμος από τα συμμαχικά που έκανε όλες τις δουλειές, από τον μεταφορέα του Δημάρχου, μέχρι τους εργάτες, καθώς και την νεκροφόρα, γιατί ο Δήμος αναλάμβανε και τις κηδείες δωρεάν, μάλιστα των συμπολιτών, γραφεία κηδειών δεν υπήρχαν. Δεν θυμάμαι γιατί, αλλά την γυναίκα του Σταμπολτά την λέγαμε τα παιδιά «Καπάκενα», γύρευε από πού έβγαινε…

Κολλητά του Σταμπολτά, πάντα δεξιά προς τα πάνω την Αιγιαλέως, ήταν το Μπουγέικο. Το σπίτι του Πάνου Μπουγά απόστρατου Συνταγματάρχη, με την Βασιλικούλα την γυναίκα του και τα παιδιά του, την Σοφούλα σύζυγο Δουδούμη, ακμαία και δραστήρια ακόμα στον φιλανθρωπικό τομέα, τον Κώστα, τον πασίγνωστο Κώστα Μπουγά, συνταξιούχο Γυμνασιάρχη σήμερα γνωστό σε όλη την Ελλάδα και κυρίως στην Θεσσαλονίκη για την πολιτική του δράση, αλλά και την ανθρώπινη παρουσία του σε πολλούς τομείς… την Σια οδοντίατρο σύζυγο Μουρούτογλου που έφυγε νωρίς, τον Χρήστο που ζει στην Αθήνα και τον μικρό Γιώργο που μένει τώρα στο ιστορικό Μπουγέικο… Κολλητά στο Μπουγέικο γωνία με τη Φεϊζοπούλου, έμεινε ένας άλλος συγγενής ο Κωστάκης που είχε ένα γιο τον Θανάση και δίπλα με νοίκι η οικογένεια του Γιάννη Καρόγιαννη που δούλευε στην χαρτοποιία και είχε τρεις γιούς: τον Γιώργο, τον Χρήστο, και τον Ντίνο. Με τον Γιώργο είμαστε συμμαθητές, ζει στη Βοστόνη πολλά χρόνια  και που και που μιλάμε στο τηλέφωνο…

Συνεχίζοντας προς τα πέρα την Φεϊζοπούλου μέχρι την διασταύρωση της με την Βασ. Κων/νου ήσαν τα σπίτια του Αντωνακόπουλου, της κυρά Βικτωρίας λέγαμε, πιο δίπλα κάποιο που δεν θυμάμαι , και αμέσως μετά ένα δρομάκι αδιέξοδο που κατέληγε στο σπίτι του Κοτσώνη και ένα δύο ακόμα χαμηλά σπιτάκια. Ο Σταύρος Κοτσώνης είχε τρία παιδιά, τον Κώστα, τον Χρήστο και την Μιμίκα, ενώ στα διπλανά σπιτάκια έμενε κάποιο φεγγάρι και ο Ανδρίτσος ένας Θεσσαλονικιός ποδοσφαιριστής που είχε έρθει μεταγραφή στον Παναιγιάλειο… Στην συνέχεια το σπίτι του Τριαντόπουλου που είχε το ταξί και γωνία το Μετόχι της Ι. Μονής Ταξιαρχών… Απέναντι το Παναγοπουλέικο του Νάκου και του Πάνου.

Αριστερά από Φεϊζοπούλου προς Βασ. Κων/νου ήταν γωνία το αρχοντικό του Φουσέκη, όπου για ένα διάστημα έμεναν και οι Λεντεριώτηδες ο Ντίνος και ο Κούλης αυτοκινητιστές και αυτοί … και πιο δίπλα του Βλαχόπουλου που έμενε η κυρά-Διονυσία (της είχα σπάσει το τζάμι μια φορά με την μπάλα…).

Αριστερά της Φεϊζοπούλου μέχρι τη Ρ. Φεραίου που την δεκαετία του 1950 δεν υπήρχε ήσαν επίσης πολλά σπίτια. Γωνία Φεϊζοπούλου-Αιγιαλέως (σήμερα Πολυκατοικία) ήταν το πατρικό της μάνας μου το Σπυροπουλέικο, εκεί έμειναν μέχρι που πέθαναν ο παππούς μου Βασίλειος και η αγαπημένη μου γιαγιά Αγγελική, στην συνέχεια οι θείοι μου Κανέλλος και Χαρίκλεια που δεν παντρεύτηκαν. Δηλαδή τα πατρικά του πατέρα μου και της μάνας μου ήταν πολύ κοντά, σε απόσταση αναπνοής…

Γωνία αριστερά ήταν, και είναι ακόμα, το σπίτι του Χαράλαμπου Νικολόπουλου που έχουν τώρα τα παιδιά του Παντελής και Ελένη και δίπλα επί  της Φεϊζοπούλου, του ξαδελφού του, επίσης Νικολοπουλέων με γιο τον Παντελή και κόρη την Μαρία…

Απέναντι από του Νικολόπουλου επί της Φεϊζοπούλου ήταν μια  σούδα και δύο σπίτια. Στο ένα έμενε ο Τσίλας που δούλευε στον ΟΤΕ και είχε γιό τον Μιχάλη και στο άλλο ο Σπήλιος με την αδελφή του δεν θυμάμαι επίθετο, τους λέγαμε «Μποκομπόκης» και η μάνα τους η «Μποκομπόκενα»… Μεταξύ αυτών και του Σπυροπουλέικου ήταν το σπίτι του Κατσικαμπή που πρέπει να ήταν ή εφοριακός ή ταμειακός. Έμενε μαζί με μια ή δύο αδελφές, σοβαροί άνθρωποι και μεγάλοι, θυμάμαι που όταν φωνάζαμε στης γιαγιάς μου σαν παιδιά, μας έλεγε «μη φωνάζετε θα ενοχλήσουμε την Κατσικαμπίνα»!...

Προχωρώντας τη Φεϊζοπούλου  προς τη σημερινή Ρ. Φεραίου δεξιά, ένα μικρό σπιτάκι έμενε ο Δημόπουλος θυρωρός  στο Νοσοκομείο και είχε έναν γιό τον Γιάννη, δίπλα ένας Καλαμιώτης που είχε πρόβατα μαζί με την γυναίκα του την Ανθούλα, ναι πρόβατα που τα στάβλιζε εκεί μέσα στο σπίτι…

 

Δίπλα έμενε ένας Σαφλάς που είχε κουρείο μέσα στο καφενείο του Λεμονή στην Κλ. Οικονόμου (τότε τα καφενεία είχαν και κουρεία μέσα…), είχε μια κόρη και έναν γιό τον Λάμπη   που παίζαμε μαζί… δεν ξέρω τι απέγινε… Δίπλα ήταν κάτι ακόμα σπιτάκια, δεν έμεναν όμως παιδιά και δεν τους θυμάμαι… Αριστερά δίπλα στου Νικολόπουλου ήταν του Καρόγιαννη , πρέπει να ήσαν πολλά αδέλφια , η Τασία , ο Σωτήρης είχε κόρη την Ευτυχία όμορφη κοπέλα, και πιο δίπλα του Μάλλιαρη, αδελφή του οποίου είχε πάρει ο Γιάννης Καρόγιαννης…

Προχωρώντας προς τα πάνω την Αιγιαλέως, απέναντι από το Σπυροπουλέικο που είχε και κήπο όπου ο θείος-Κανέλλος έβαζε το άλογό του τον  «Μπούφη» όπως τον έλεγε, ήταν του Τζουρά, η κυρά-Τσεβή με την κόρη της  Θεώνη, κάτι συγγένεια είχαν με τους Τρανούληδες και δίπλα έμενε η θεία μου η Τασία αδελφή του πατέρα μου, που είχε παντρευτεί Ανδρουτσόπουλο και είχε παιδιά τον Γιάννη, την Ρηνούλα και την Πόπη . Και αυτό το σπίτι το έκτισε προίκα στην θυγατέρα του ο παππούς-Λεωνίδας, που κατέβηκε από την Φτέρη αρχές του 1900 (κάπου στο 1904 είναι τα συμβόλαια)… Παρά πάνω ήταν  τα Μουρικέικα, του φίλου μου του Νιόνιου και γωνία του Κανιού  του Γυμναστή.

Απέναντι έκτισε ο Γουνάς σπίτι, στο ισόγειο έμενε η οικογένεια Παπασταματίου, ο Αντώνης υπάλληλος στην ΠΕΣ και οι αδελφές του μοδίστρες από τις καλύτερες. Δίπλα ένας Κοτρώτσος μόνος του. Από δεξιά ήταν του Γκόφα του δικηγόρου και στην γωνία ένα ιεροραφείο, φάτσα στην μικρή πλατεΐτσα. Απέναντι από την πλατεΐτσα το κτίριο της Επισκοπής και το εκκλησάκι της Παντάνασσας. Τώρα έχει γίνει εκκλησιαστικό μουσείο και επί Σεβασμιώτατου Μητροπολίτη Αμβροσίου κτίστηκε δίπλα νέο κτίριο της Επισκοπής.

Αριστερά, ήταν του Μπόκολα το τσαγκάρικο και δίπλα μέχρι την Ρήγα Φεραίου κάτι μικρά σπιτάκια που έμεναν ο Έλληνας με τις κόρες του, η οικογένεια Μουζακίτη, ο Μίμης και η αδελφή του, ο Αργυρόπουλος και ένα διάστημα είχε νοικιάσει και ο Θάνος Ξηρός. Απέναντι στο μεγάλο διώροφο του Φίλια που γκρεμίστηκε και ακόμα είναι οικόπεδο…

Λίγο πιο πέρα ήταν και το σχολείο μας το 2ο Δημοτικό Σχολείο που μάθαμε τα πρώτα γράμματα !   

Δεν πάω παρά πάνω ούτε παρακάτω, γιατί δεν τελειώνουμε ποτέ… Αυτό το φίλμ, της μεγάλης γειτονιάς, το είδα όλο εκείνο το βράδυ… πέρασε από μπροστά μου, άκουσα ένα μελίσσι από ξιπόλητα παιδιά, με μαύρα σωβρακάκια και φανελάκια να τσαλαβουτάνε μέσα στο αυλάκι, που διέσχιζε την Αιγιαλέως αριστερά, με πολύ νερό, ποτίζανε και τα περιβόλια, με κλιτσικόνια, με τσιγκάκια, με ρόδες αυτοσχέδιες, με πατίνια, με σχοινάκια... Τα αξέχαστα καλοκαίρια, που περιμέναμε να περάσει η καταβρεχτήρα, να ρίξει λίγο νερό στο χώμα της Αιγιαλέως και τα απογευματάκι να φανεί ο παγωτατζής… Μια γειτονιά που όλοι ήξεραν τα… κουταλοπίρουνα  της κάθε οικογένειας, αλλά όλα τα σπίτια ήσαν ανοικτά στα άλλα, τα παιδιά μπαινόβγαιναν μέχρι να ακουστούν οι φωνές των μανάδων: «Γιώργο, Σωτήρη, Λάμπη, Κώστα» για να μαζευτούμε στα σπίτια μας… Δεν ήταν η γειτονία των Αγγέλων αλλά δεν ήταν ούτε των διαβολών…

Ήταν η γειτονιά της ανθρωπιάς ή οι άνθρωποι μιας γειτονιάς που δεν πρόκειται να ξανά υπάρξει ΠΟΤΕ!...

Και όταν τελείωσε η… προβολή βρέθηκα καθισμένος σε ένα πεζούλι, που κάποτε ήταν η πρώτη βρύση που έγινε και οι νοικοκυρές έπαιρναν νερό με τα μπότια για πόσιμο και ντενεκέδια για τους νεροχύτες για πλύσιμο. Φεύγοντας με πήρε λίγο η μυρουδιά από ένα γιασεμί που υπάρχει ακόμα εκεί στην αυλή της Μαρίας… και παίρνοντας το δρόμο της επιστροφής μέσα στην έρημη νύχτα, σκέφθηκα: «δεν τα γράφω;  Έτσι και αλλιώς… Σέλφις δεν υπήρχαν ούτε και φωτογραφίες …  Ας μείνουν τουλάχιστον οι λέξεις»… Για τους εναπομείναντας που μπορεί να  θυμούνται…

Αυτό το κείμενο δεν είναι η νεκρολογία μιας γειτονιάς και των ανθρώπων της που δεν υπάρχει πια! Είναι ένας στοχασμός για το πόσο έχει αλλάξει ολοκληρωτικά η σημερινή ελληνική κοινωνία και πόσο λιγόστεψε η ανθρωπιά εκείνης της γειτονιάς  και όλων των γειτονιών…

Οι άνθρωποι εκείνοι δεν ήσαν πλούσιοι, ούτε μορφωμένοι με τα σημερινά δεδομένα. Ήσαν όμως άρχοντες, με την σημασία όχι του πλούτου αλλά της γενναιοδωρίας, της ευγένειας, του καλού γούστου και κυρίως του ήθους! Γιατί το βασικό  συστατικό   της αρχοντιάς είναι το ήθος, όλα τα άλλα έπονται…

Η ζωή άλλαξε θα μου απαντήσετε πολλοί και θα έχετε δίκιο… Για τα ντουβάρια που γκρεμίστηκαν και τις ανέσεις θα συμφωνήσω, για την ανθρωπιά όμως που υπήρχε σε επίπεδο γειτονιάς τι να πω; Στο μυαλό μου έχουν μείνει ανεξίτηλα εκείνοι οι άνθρωποι, φτωχοί, απαίδευτοι, που απέπνεαν όμως φυσική αρχοντιά, μια ευγένεια, μια καλοσύνη… Σήμερα αυτή η φυσική ομορφιά έχει αντικατασταθεί από τραμπούκους, μπαχαλάκηδες, Χρυσαυγίτες, Ρουβίκωνες και άλλα παρεμφερή όντα… Τώρα βλέπεις όχι μόνο γειτονιές, αλλά και πολυκατοικίες που έχουν μετατραπεί σε  αντιμαχόμενους στρατούς, για ασήμαντα πράγματα, όπως τα κοινόχρηστα.

Όσο για τα παιδιά εκείνης της εποχής, καμία σχέση με το σήμερα… Κατά αρχάς το ότι επιβιώσαμε  από τόσες αρρώστιες, από τόσα χτυπήματα που πέφταμε και σπάγαμε κεφάλια, πόδια, χέρια ήταν θαύμα… Ένα είναι σίγουρο: Η γειτονιά, οι συναναστροφές, η πειθαρχία που επιβαλλόταν από γονείς, σχολεία και μετά στρατό, μας έκαναν ανθρώπους, πολίτες, επιστήμονες, χρήσιμους στην κοινωνία. Ότι και αν έγινε ο καθένας !...

Η γειτονιά μεταξύ Α. Λόντου – Αιγιαλέως Φεϊζοπούλου –Βασ. Κων/νου με τα εκατοντάδες παιδιά δεν ήταν μια: Το Αίγιο ήταν γεμάτο από τέτοιες… Πιστεύω και όλη η  Ελλάδα. Σήμερα υπάρχουν  γειτονιές ;…

 

* Ο Φάνης Ζουρόπουλος είναι επ. εκτελεστικός Πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και Τ. Πρόεδρος της Ένωσης Επαρχιακού Τύπου.

 

 

Φάνης Ζουρόπουλος
Author: Φάνης Ζουρόπουλος

BLOG COMMENTS POWERED BY DISQUS