Γράφει ο Παντελής Καψής
Μέσα στην κακοφωνία των πολιτικών αντιπαραθέσεων υπάρχει ένα θέμα στο οποίο όλοι, όλα τα κόμματα, μοιάζει να συμφωνούν.
Ότι δηλαδή το μεγάλο στοίχημα της Ελλάδας είναι να πετύχει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης ώστε να καταστήσει το χρέος βιώσιμο και να αποφύγει τον κίνδυνο νέας χρεοκοπίας. Συμφωνούν ακόμα ότι αυτό εξαρτάται από τις επενδύσεις.
Διαπιστώνουν έτσι την ανάγκη ενός επενδυτικού «σοκ» προκειμένου να καλυφθεί ένα «κενό» 100 περίπου δισεκατομμυρίων. Τόσες ήταν οι επενδύσεις που δεν έγιναν στο διάστημα της κρίσης.
Με βάση αυτά, προκαλεί απορία πώς και γιατί, κανένα κόμμα, δεν προτείνει ένα μέρος τουλάχιστον του «υπερπλεονάσματος» να πάει σε επενδύσεις. Υπάρχουν επενδύσεις που θα μπορούσαν να γίνουν άμεσα από δημόσιες επιχειρήσεις που θα βελτίωναν τις συνθήκες ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Για παράδειγμα η επίσπευση της διασύνδεσης των νησιών με την ΔΕΗ που θα εξοικονομήσει πολλά εκατομμύρια τον χρόνο και θα μειώσει το κόστος του ρεύματος. Ή πάλι θα μπορούσε το δημόσιο να αυξήσει τον αριθμό των ιδιωτικών επενδύσεων που υπάγονται στα κίνητρα των επενδυτικών νόμων, κινητοποιώντας έτσι και ιδιωτικά κεφάλαια.
Κεφάλαια βέβαια που θα δημιουργούσαν νέες θέσεις εργασίας και θα τόνωναν την ζήτηση μέσα από την αύξηση της παραγωγικής δυνατότητας της χώρας. Αλλά γι αυτά δεν γίνεται κουβέντα.
Αντιθέτως η μόνη συζήτηση για την ανάπτυξη εξαντλείται στη μείωση της φορολογίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι επιθυμητή.
Δεν μπορεί η Ελλάδα να είναι η χώρα με τις περισσότερες επιβαρύνσεις και να ελπίζει ότι θα είναι ανταγωνιστική. Η μείωση των φόρων είναι αναγκαία προϋπόθεση. Δεν επαρκεί όμως. Κανείς δεν περιμένει ότι μειώνοντας τους φόρους θα δούμε έκρηξη επενδύσεων.
Ο λόγος είναι απλός: το μεγάλο αντικίνητρο για επενδύσεις στην Ελλάδα είναι ο δημόσιος τομέας και η γραφειοκρατία, οι καθυστερήσεις στη δικαιοσύνη και η αβεβαιότητα για το αύριο. Αβεβαιότητα πολιτική αλλά και αβεβαιότητα σχετικά με το καθεστώς που θα διέπει τις επενδύσεις. Ούτε γι αυτά συζητάμε όμως.
Μετά από 10 χρόνια κρίσης τα προβλήματα στη λειτουργία του κράτους παραμένουν ίδια ή και μεγαλύτερα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η χώρα, παρά την μείωση του κόστους εργασίας, έχει χάσει σε ανταγωνιστικότητα . Η προσδοκία για εισροή επενδύσεων λοιπόν στέκεται στον αέρα: ακόμα κι αν τα κάνουμε όλα σωστά, αν αλλάξουν τα πάντα στον τρόπο λειτουργίας του κράτους, θα πάρει χρόνο, ενδεχομένως χρόνια, για να δούμε αποτελέσματα.
Ακόμα χειρότερα στην κυβέρνηση φαίνεται ότι δεν υπάρχει η συνείδηση πως δίνουμε μια μάχη με τον χρόνο. Όταν ρωτήθηκε ο πρωθυπουργός για τα απαγορευτικά επιτόκια στις διεθνείς αγορές απάντησε με μια ελαφρότητα που εκπλήσσει, δεν πειράζει, έχουμε το μαξιλάρι μας, κάποια στιγμή ως το 2022 θα βρούμε την κατάλληλη ευκαιρία. Το καλό είναι ότι κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είναι αυτός πρωθυπουργός για να μας οδηγήσει ξανά στο χείλος της καταστροφής.
BLOG COMMENTS POWERED BY DISQUS