Του Χρήστου Χωμενίδη
Το ομολογώ. Σπανίως βλέπω τηλεόραση. Για την ενημέρωσή μου προτιμώ τις εφημερίδες και τους έγκυρους ιστότοπους. Για την -μέσα στο σπίτι- οπτικοακουστική ψυχαγωγία μου τις ψηφιακές πλατφόρμες. Το να μπορείς να διαλέξεις ποιά ταινία ή ποια σειρά θα παρακολουθήσεις και ποια ακριβώς ώρα αποτελεί για μας, που μεγαλώσαμε πριν από το διαδίκτυο, εκπλήρωση παιδικού ονείρου. Από την περασμένη Πέμπτη, για παράδειγμα, λαμβάνει χώρα στο σαλόνι μας ένα οικογενειακό φεστιβάλ Μιχάλη Κακογιάννη. Είδαμε πάλι, τυχαία σχεδόν, το "Τελευταίο Ψέμμα". Μαγευτήκαμε. Σειρά πήρε η "Στέλλα", που έχει ενδιαφέρον να την ανακαλύπτεις κάθε δέκα χρόνια. Ύστερα "Το Κορίτσι με τα Μαύρα" και "Το Κυριακάτικο Ξύπνημα". Έπεται η τριλογία του, η βασισμένη σε αρχαίες τραγωδίες: "Ηλέκτρα", "Τρωάδες", "Ιφιγένεια".
Γιατί τα γράφω όλα αυτά, εκτός από το να σάς παροτρύνω να (ξανα)ανακαλύψετε κι εσείς έναν μεγάλο σκηνοθέτη; Για να τονίσω πως στου καθενός το χέρι είναι να κρατάει απόσταση από την τρέχουσα τηλεοπτική πραγματικότητα. Εάν πάλι τον ελκύουν οι φρέσκιας εσοδείας ελληνικές σειρές, κάτι βρίσκει προφανώς σε αυτές. Και καλά κάνει. Ή θέλει απλώς να νοιώθει μέσα στα πράγματα -να μπορεί να συμμετάσχει στις συζητήσεις που ανάβουν στη γειτονιά του και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Με γειά του, με χαρά του.
Πλάι στη μυθοπλασία, τα ιδιωτικά κανάλια διεκδικούν το κοινό τους και με τα λεγόμενα "ριάλιτυ". Θυμάμαι το παρθενικό, το προ εικοσαετίας "Big Brother 1”. Σε όσους είχαμε υπηρετήσει τη θητεία μας, η ατμόσφαιρα μέσα στο "σπίτι", οι συμπεριφορές και οι φυσιογνωμίες των παικτών -αρσενικών και θηλυκών- θύμιζαν έντονα στρατό. Πλάκες, αγγαρείες, σπιουνιές, χωσίματα... Ό,τι όσο ζεις το βαριέσαι, ενίοτε και το σιχαίνεσαι, εκ των υστέρων δε το νοσταλγείς. Χάζι είχε.
Ακολούθησαν δεκάδες -ίσως και πάνω από εκατό- ριάλιτυ ντόπιας παραγωγής. Ο ανταγωνισμός οξύνθηκε. Οι απαιτήσεις των θεατών μεγάλωσαν. Για να τους ικανοποιήσουν τα κανάλια έπρεπε να τραβάνε τις καταστάσεις στα άκρα. Να ενθαρρύνουν ανάμεσα στους παίκτες ίντριγκες, συνωμοσίες, ειδύλλια και αρπαχτές. Όσοι βεβαίως συμπολίτες μας προσφέρονταν να λάβουν μέρος, αποσκοπώντας σε ένα χρηματικό έπαθλο ή σε μια εφήμερη διασημότητα, έπρεπε να είναι διατεθειμένοι να ξεμαλλιαστούν και να ξεβρακωθούν. Είτε μεταφορικά είτε κυριολεκτικά...
Το πράγμα έχει φτάσει στο ζενίθ. Ή μάλλον στο ναδίρ του. Προβάλλεται -μαθαίνω- ένα ριάλιτυ, στο οποίο καμιά δεκαριά κοπέλες διεκδικούν πάση θυσία την εύνοια ενός πολύ μπάνικου νεαρού κυρίου. Διαγκωνίζονται ποια θα τού αρέσει περισσότερο, ποιά εκείνος θα επιλέξει.
Οι πλέον -κατά δήλωσιν τους- ευαίσθητοι και συνειδητοποιημένοι συμπολίτες μας έχουν γίνει έξαλλοι. Μιλούν για κατάφορη προσβολή του γυναικείου φύλου, για σεξισμό αφόρητο, συνδυαζόμενο με άνευ προηγουμένου κακογουστιά. Απαιτούν από το ΕΣΡ να επέμβει και να θέσει τέρμα στο κατήφορο.
Εάν έβλεπα ένα επεισόδιο από το εν λόγω ριάλιτυ, πιθανότατα θα έφριττα. Ασύγκριτα περισσότερο ωστόσο θα φρίξω -και θα φοβηθώ- έτσι και ο οιοσδήποτε θεσμός το απαγορεύσει.
Το δηλώνω κατηγορηματικά. Κανέναν δεν αναγνωρίζω ως θεματοφύλακα της αισθητικής ή της ηθικής. Καμία δημόσια έκφραση, από την απαγγελία ενός ποιήματος μέχρι την προβολή ενός τηλεοπτικού ξεκατινιάσματος, δεν πιστεύω ότι είναι δυνατόν να απαγορευτεί εφόσον δεν συνδέεται με ποινικά κολάσιμες πράξεις. Και τα πιο χθαμαλού επιπέδου; Και τα πιο "πρόστυχα"; Όλα! Όλα έχουν δικαίωμα να διεκδικούν το κοινό τους. Εάν κάτι προσβάλλει εμένα -τον συντηρητικό μεσοαστό-, σε εσάς -τους μποέμ ρηξικέλευθους- ίσως να φαίνεται θαυμάσιο. Εγώ θα αποστρέψω από πάνω του το βλέμμα. Εσείς θα το αποθεώσετε.
Πριν από μια γενιά, είχαν τεθεί εκτός κυκλοφορίας στην Ελλάδα τα γραπτά του Ντε Σαντ. Ο πνευματικός και καλλιτεχνικός κόσμος εξεγέρθηκε. Η υπόθεση πήγε στα δικαστήρια. Ο αγώνας δεν αφορούσε τόσο τον Μαρκήσιο όσο την ελευθεροτυπία. Και εν τέλει δικαιώθηκε. Οι μουχρίτσες της εποχής έφαγαν τα λυσσακά τους.
Σήμερα, ανάλογες μουχρίτσες ενδεδυμένες τον μανδύα της πολιτικής ορθότητας, επικαλούμενες τον νεοφεμινισμό, την προστασία των πάσης φύσεως μειονοτήτων (που μπορεί να μην είναι καν μειονότητες) σαρώνουν τον δυτικό κόσμο. Κουνούν οργισμένα το δάχτυλο, ζητάνε να ριχτούν στο πυρ το εξώτερον βιβλία, ταινίες, εικαστικά έργα... Το τάδε μυθιστόρημα είναι -ισχυρίζονται- ρατσιστικό. Ο δείνα πίνακας προάγει την παιδοφιλία.
Δεν έχουν καν αντιληφθεί ότι η τέχνη αποτελεί εξ ορισμού μία μεταφορά. Ένα παράλληλο σύμπαν, στο οποίο μπορεί -και πρέπει- να συμβαίνουν τα πιο ονειρικά, τα πιο απροσδόκητα, τα πιο απαγορευμένα. Ακόμα και το ρεαλιστικότερο έργο συνδιαλέγεται μεν μα δεν εφάπτεται στην πραγματικότητα. Ο "Νονός" για παράδειγμα, το αριστούργημα του Κόπολα, εάν εκληφθεί κατά κυριολεξία, θα κατηγορηθεί ότι εξωραϊζει το κοινό έγκλημα. Ο "Νονός" όμως είναι μία παραβολή. Αληθινό του θέμα δεν έχει τη μαφία αλλά την οικογένεια.
Αντιμετωπίζω -θα απορήσετε- το οποιοδήποτε ριάλιτυ σαν έργο τέχνης; Ουδόλως. Τρέμω απλώς την πρώτη πράξη λογοκρισίας που θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου.
Και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το κιτς που πράγματι σαρώνει τις τηλεοπτικές συχνότητες; Με το καλό και το ωραίο, επιτρέψτε μου να αισιοδοξώ. Ας βάλει η ΕΡΤ απέναντι στο "Bachelor” τις ταινίες του Μιχάλη Κακογιάννη. Η Έλλη Λαμπέτη, η Μελίνα Μερκούρη εν ριπεί οφθαλμού θα σαρώσουν τις ξελιγωμένες παίκτριες.
* Ο κ. Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας
https://www.capital.gr/xristos-xomenidis/3589066/mixalis-kakogiannis-enantion-bachelor
BLOG COMMENTS POWERED BY DISQUS